Τα τελευταία δυο χρόνια κυρίως μετά την έξαρση του Covid έχει διαπιστωθεί το φαινόμενο έλλειψης ενδιαφέροντος σε ότι αφορά την αποστολή βιογραφικών για νέες θέσεις εργασίας. Το φαινόμενο αυτό αφορά ανθρώπους που μπορούν να εργαστούν, όμως, επιλέγουν να μην αναζητήσουν εργασία.
Το πρόβλημα εντοπίζεται κυρίως στους νέους οι οποίοι φαίνεται με αυτόν τον τρόπο να δείχνουν μια μορφή απαξίωσης προς το ισχύον μοντέλο εργασίας. Το φαινόμενο αυτό έγινε έντονα αισθητό από την απώλεια θέσεων εργασίας στον Τουρισμό. Το 2022 με την επανεκκίνηση του τουρισμού στη χώρα μας καταγράφηκαν περίπου 60.000 ελλείψεις ενώ φέτος υπολογίζεται ότι θα ξεπεράσουν τις 80.000. Αυτό εξηγήθηκε αρχικά ως μια αλλαγή στην προτίμηση του προσωπικού σε πιο μόνιμες θέσεις εργασίας λόγω της ανασφάλειας που δημιούργησε η πανδημία. Πλέον, όμως, που έχουμε επιστρέψει στην κανονικότητα, εξακολουθεί να υπάρχει το πρόβλημα και να λαμβάνει μεγαλύτερες διαστάσεις από χρονιά σε χρονιά.
Το ίδιο ισχύει και για πολλούς άλλους κλάδους όπου τα ποσοστά του no-show στις συνεντεύξεις αλλά και η έλλειψη ενδιαφέροντος για τις θέσεις εργασίας δυσκολεύουν τις προσλήψεις του κατάλληλου προσωπικού από τους εργοδότες.
Έχει χυθεί πολύ μελάνι για το φαινόμενο αυτό και η ρίζα του προβλήματος δεν αγγίζει μόνο τα εργασιακά αλλά έχει σαφέστατα κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις.
Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να επισημάνουμε ότι οι συνθήκες εργασίας έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο σε αυτή την απότομη μεταβολή στην κάλυψη των θέσεων αφού οι ιστορίες που άρχισαν να ακούγονται για τις δύσκολες καταστάσεις που βιώνουν ιδιαίτερα στον τουρισμό οι εργαζόμενοι, απέτρεψαν πολλούς από το να αιτηθούν για μια θέση κατά την τουριστική περίοδο. Γενικώς, το νόμισμα έχει πάντα δυο πλευρές και οφείλουν όλοι να αναγνωρίσουν τις δικές τους ευθύνες.
Σύμφωνα με τη Eurostat,το 22,2% του ενεργού πληθυσμού και ικανού να εργαστεί, δεν επιδιώκει τη στελέχωση του σε κάποια θέση εργασίας με την ίδια θέρμη. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε πολλούς παράγοντες. Ας δούμε μερικούς παρακάτω.
Αναζητώντας τους λόγους που οι νέοι δεν στέλνουν βιογραφικά
Κάνοντας μια σύντομη αλλά σφαιρική ανάλυση γι’αυτό το φαινόμενο, μπορούμε να καταλήξουμε σε κάποιους από τους εξής λόγους που οι νέοι επιλέγουν να μείνουν εκτός του εργατικού δυναμικού:
Έλλειψη ευκαιριών εργασίας: Η Ελλάδα αντιμετωπίζει υψηλά επίπεδα ανεργίας εδώ και πολλά χρόνια. Ως αποτέλεσμα, ορισμένα άτομα μπορεί να επιλέξουν να μην εργαστούν επειδή πιστεύουν ότι δεν υπάρχουν διαθέσιμες θέσεις εργασίας που ταιριάζουν στο δικό τους επίπεδο. Αυτό μπορεί να ισχύει ιδιαίτερα για όσους έχουν μείνει άνεργοι για μεγάλο χρονικό διάστημα και που μπορεί να έχουν αποθαρρυνθεί όσον αφορά την αναζήτηση εργασίας.
Χαμηλοί μισθοί: Ακόμη και για όσους εργάζονται, οι μισθοί στην Ελλάδα μπορεί να είναι χαμηλοί σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αυτό μπορεί να καταστήσει δύσκολο για ορισμένα άτομα να τα βγάλουν πέρα, με αποτέλεσμα να επιλέξουν να μην εργαστούν. Μπορεί να πιστεύουν ότι το εισόδημα που θα κέρδιζαν δεν αξίζει για τον κόπο που θα πρέπει να καταβάλουν, ειδικά αν έχουν άλλες πηγές εισοδήματος ή οικονομική υποστήριξη από τους γονείς.
Παροχές και προγράμματα πρόνοιας: Μερικοί άνθρωποι μπορεί να έχουν επιλέξει να μην εργαστούν επειδή μπορούν να έχουν πρόσβαση σε επιδόματα ή προγράμματα πρόνοιας που τους παρέχουν ένα βασικό εισόδημα. Αυτά τα προγράμματα μπορεί να περιλαμβάνουν επιδόματα ανεργίας, κοινωνική βοήθεια και άλλα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, το ποσό της υποστήριξης που παρέχεται μπορεί να είναι αρκετό για να καλύψουν πολύ βασικές ανάγκες.
Οικογενειακές υποχρεώσεις: Ειδικά στη χώρα μας, η οικογένεια αποτελεί μεγάλη βάση στήριξης και συχνά σημαντικό μέρος της ζωής των ανθρώπων. Η φροντίδα των μελών της οικογένειας μπορεί να έχει προτεραιότητα έναντι της αμειβόμενης εργασίας. Για παράδειγμα, τα άτομα μπορεί να επιλέξουν να μην εργαστούν επειδή πρέπει να φροντίζουν παιδιά ή ηλικιωμένους συγγενείς. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις γυναίκες, οι οποίες ενδέχεται να δώσουν πιο εύκολα προτεραιότητα στη φροντίδα έναντι της αμειβόμενης εργασίας.
Εκπαίδευση και κατάρτιση: Ορισμένα άτομα μπορεί να μην έχουν τις απαραίτητες δεξιότητες ή προσόντα για να εισέλθουν στην αγορά εργασίας και ως αποτέλεσμα μπορεί να επιλέξουν να μην εργαστούν. Αυτό μπορεί να ισχύει ιδιαίτερα για τους νέους, οι οποίοι μπορεί να μην έχουν εργασιακή εμπειρία ή προσόντα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα άτομα μπορεί να επιλέξουν να ακολουθήσουν περαιτέρω εκπαίδευση ή κατάρτιση για να βελτιώσουν τις προοπτικές εργασίας τους.
Αλλαγή στον τρόπο εργασίας: Ο covid αύξησε σε μεγάλο βαθμό την τηλεργασία και ολοένα και περισσότεροι εργοδότες επέλεξαν να το διατηρήσουν σε μόνιμη βάση. Άλλοι ακολούθησαν το μοντέλο υβριδικής εργασίας που παρέχει τόσο τη δια ζώσης όσο και την εξ αποστάσεως απασχόληση δίνοντας έτσι ευελιξία στο προσωπικό. Η τάση αυτή ακολουθεί γενικότερα τις αλλαγές που έφερε η πανδημία και στα εργασιακά. Παράλληλα, το φαινόμενο εργασίας χωρίς σύνορα έχει γίνει ακόμη πιο έντονο δημιουργώντας έναν παγκόσμιο χώρο εργασίας όπου οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζοντας το πρόβλημα έλλειψης προσωπικού άρχισαν να κάνουν προσλήψεις από άλλες χώρες. Οι επιχειρήσεις ίσως χρειάζεται να παρακολουθήσουν καλύτερα τις τάσεις αυτές για να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των νέων εργαζόμενων.
H πολιτεία οφείλει να ενθαρρύνει περισσότερο τους νέους να εργαστούν
Η έλλειψη προσωπικού μπορεί να επηρεάσει τον καταναλωτή στην παροχή λιγότερων υπηρεσιών ή στο χειρότερο σενάριο στην παροχή προϊόντων και υπηρεσιών χαμηλότερης ποιότητας. Αντίστοιχα, αν μια εταιρεία δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες της για προσωπικό, τότε οι υπόλοιποι εργαζόμενοι θα κληθούν να «βάλουν πλάτη» κάτι που θα τους επιβαρύνει ακόμη περισσότερο χωρίς απαραίτητα να δουν κάποια αλλαγή στον μισθό τους.
Η πολιτεία πρέπει να παρέμβει άμεσα σ’αυτό παρέχοντας κίνητρα και παροχές στους εργαζομένους και τους εργοδότες που θα βοηθήσουν την ένταξη περισσότερων ανθρώπων στην εργασιακή αρένα. Η ουσιαστική αύξηση του βασικού μισθού, η μείωση της φορολογίας σε επιχειρήσεις και ιδιώτες, η καλλιέργεια του αισθήματος ασφάλειας σε ότι αφορά τα εργασιακά δικαιώματα, η άμεση παρέμβαση όταν αυτά καταπατώνται και η ενθάρρυνση εναλλακτικών τρόπων εργασίας, είτε αυτό αφορά υβριδικά μοντέλα ή διαφορετικούς τύπους στελέχωσης όπως η προσωρινή απασχόληση μπορεί να δημιουργήσει ένα πλαίσιο ένταξης και διεύρυνσης του εργατικού δυναμικού που τόσο έχουν ανάγκη οι περισσότεροι κλάδοι.
Από την άλλη, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να δημιουργήσουν κουλτούρα συνεργατικότητας, να δώσουν μεγαλύτερη σημασία στη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού και να καθιερώσουν συστήματα αμοιβών που αντανακλούν τις σύγχρονες ανάγκες και να αντιμετωπίζουν τα φαινόμενα του πληθωρισμού.
Οι νέοι από την πλευρά τους θα πρέπει να μην το βάλουν κάτω και να συνεχίσουν να αναζητούν εργασία μέσα από αγγελίες διεκδικώντας αυτά που πιστεύουν ότι αξίζουν. Θα πρέπει να ενημερώνονται για τις τελευταίες εξελίξεις στον κλάδο τους και να φροντίζουν να επιλέγουν εκπαιδεύσεις που τους συνδέουν με την αγορά εργασίας. Τέλος, πέρα από όσα ακούμε και διαβάζουμε υπάρχουν πάντα και πολύ καλά παραδείγματα εργοδοτών και υγιείς επιχειρήσεις στη χώρα μας. Συνεπώς, πρέπει η αναζήτηση εργασίας να γίνει μια καθημερινή ενασχόληση ώστε να γνωρίζουν στο τέλος τι είναι αυτό που θα απορρίψουν ή θα κρατήσουν.